- Μποντέν, Ζαν
- (Jean Bodin, Ανζέ 1530 – Λαν 1596). Γάλλος πολιτικός συγγραφέας και δημοσιολόγος. Καθηγητής της νομικής στην Τουλούζη, άσκησε τη δικηγορία στο Παρίσι (1561) και κατόπιν μπήκε στην υπηρεσία του βασιλιά.
Ο Μ. έζησε την εποχή των θρησκευτικών πολέμων στη Γαλλία. Το 1576 εξελέγη στα Γενικά Συμβούλια του Μπλουά, ως αντιπρόσωπος της Τρίτης Τάξης του Βερμαντουά, όπου διακρίθηκε εξαιρετικά ως υποστηρικτής της θρησκευτικής ειρήνευσης μεταξύ καθολικών και ουγενότων, αλλά και ως υποστηρικτής των βασιλικών κτημάτων έναντι των αρπακτικών διαθέσεων των αυλικών. Η συμπεριφορά αυτή, εξαιτίας της εχθρότητας που συνάντησε ακόμα και από τον ίδιο τον Ερρίκο Γ’, συντέλεσε στο να αποκλειστεί από κάθε πιθανότητα πολιτικής σταδιοδρομίας. Επί Ερρίκου Δ’ ο Μ. απέκτησε πάλι μεγάλη εκτίμηση στην αυλή, γεγονός που του επέτρεψε να ζήσει ήσυχα τα τελευταία χρόνια της ζωής του.
Τα έργα του τον αναδεικνύουν ως έναν από τους πιο πρωτότυπους διανοητές της Αναγέννησης. Στη Μέθοδο για την εύκολη κατανόηση των ιστοριών (1566) καταγγέλλει την παρακμή της μεσαιωνικής παγκοσμιότητας· στο Colloquium Heptaplomeres de abditis rerum sublimium acranis (1593), που δημοσιεύτηκε μετά τον θάνατό του υποστηρίζει, μεταξύ άλλων, την ανάγκη της ανεξιθρησκείας· τέλος, στο αριστούργημά του Τα έξι βιβλία της δημοκρατίας (1576) προαναγγέλλει τη διδασκαλία του Moντεσκιέ για την αντιστοιχία των κλιματικών διαφορών και των πνευματικών και ηθικών χαρακτηριστικών των ατόμων και υποστηρίζει για πρώτη φορά την αντίληψη της μιας αδιαίρετης και απόλυτης κυριαρχίας. Κάτω από την επίδραση του Μακιαβέλι, τον οποίο όμως αντιπαθούσε και γενικά της πολιτικής σκέψης της Αναγέννησης, ο Μ. έγινε ο θεωρητικός της απόλυτης εξουσίας του κράτους, που αγνοεί την ελευθερία των ατόμων. Παρόλα αυτά, αντίθετα από τις αντιλήψεις αυτές και τον βασικό ωφελιμισμό των θεωριών του, κατέληξε να πιστεύει ότι η απόλυτη εξουσία δεν είναι όργανο καταπίεσης, αλλά μέσο συντονισμού των φυσικών δικαιωμάτων των υπηκόων.
Ο Γάλλος πολιτικός, δημοσιολόγος και συγγραφέας Ζαν Μποντέν.
Dictionary of Greek. 2013.